Σχετικά με τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό

Ο πρόεδρος του ΤΕΕ Στασινού επιμένει να στηρίζει τις αντιεπιστημονικές και αρνητικές για το αστικό περιβάλλον διατάξεις του ΝΟΚ, που δίνουν μπόνους σε δόμηση και ύψος, στον ιδιαίτερα επιβαρυμένο αστικό ιστό των Ελληνικών πόλεων και κυρίως της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Αποκαλυπτική είναι η πρόσφατη παρέμβαση-υπόμνημα υπέρ των διατάξεων του ΝΟΚ που προσβλήθηκαν από δήμους & κατοίκους που κατέθεσε το ΤΕΕ στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η πλειοψηφία της διοίκησης του ΤΕΕ επέλεξε έτσι να ταχθεί υπέρ των κατασκευαστικών εταιριών τα έργα των οποίων έχουν προσβληθεί και να σταθεί απέναντι στους δήμους-κατοίκους και ΚΕΔΕ. Είναι προφανές ότι η ανησυχία τους εξαντλείται στην εξυπηρέτηση συμφερόντων κατασκευαστριών εταιρειών και ξένων επενδύσεων.

Ο αστικός χώρος θάβεται από τα ψηλά κτίρια, πολλές φορές καταστρατηγώντας τους κατά τόπους όρους δόμησης. Ορισμένοι δήμαρχοι καθώς και επιστημονικοί φορείς με προσφυγή το ΣτΕ, αντιδρούν στην εργολαβική καταστροφή του αστικού περιβάλλοντος, βρίσκουν όμως απέναντί τους τον πρόεδρο του ΤΕΕ;; Το σκεπτικό της αυξημένης δόμησης, όταν μειώνεται η κάλυψη, οδηγεί μαθηματικά σε κτίρια ουρανοξύστες, καθώς το επιπλέον ύψος που προκύπτει από την μειωμένη κάλυψη, προστίθεται στο ύψος που προκύπτει από το μπόνους δόμησης. Επιπλέον όλες οι νέες επιφάνειες που δεν μετράνε στην δόμηση, με τις διατάξεις του ΝΟΚ (μονώσεις, περιμετρικοί τοίχοι, κλιμακοστάσια κλπ), δίνουν και τρίτη αύξηση της δόμησης και του ύψους τελικά στο κάθε οικόπεδο, επιτρέποντας την δόμηση πολύ υψηλών κτιρίων, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το ελληνικό αστικό τοπίο.

Η θέση του υπουργείου περί πριμοδότησης των καλύτερα θερμομονωμένων κτιρίων Α+ απαντά σε ζητήματα μιας άλλης εποχής, καθώς με την σημερινή μορφή του ΚΕΝΑΚ, αυτή η κατάταξη είναι υποχρεωτική (βλ. άρθρο 9 του ν.4122/2013 «Κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας»[a][b]). Επίσης, ενώ τα Golden διεθνή πρότυπα (όπως Leed) πριμοδοτούν κτίρια που εκμεταλλεύονται τα ΜΜΜ, το υπουργείο σταθερά συνεχίζει τις πολιτικές απαξίωσης των ΜΜΜ. Τα ψηλά κτίρια επίσης αυξάνουν την κατανάλωση ενέργειας λόγω αυξημένης επιφάνειας αυτών, κόντρα στην διακηρυγμένη πρόθεση του υπουργείου, να πριμοδοτήσει τα «ενεργειακά καλά» κτίρια.

Αντίθετα, το υπουργείο δεν μεριμνά καθόλου για την βελτίωση και συντήρηση του υφιστάμενου κτιριακού δυναμικού, ώστε και να ωφεληθούν οι ιδιοκτήτες τους, αλλά και να γίνει εξοικονόμηση πρώτων υλών, ενέργειας και χρημάτων (από την μη ανέγερση νέων κτιρίων). Η συντήρηση και αναβάθμιση του υφιστάμενου κτιριακού δυναμικού θα οδηγήσει παράλληλα με οργανικό τρόπο στην αναβάθμιση και την ανάπτυξη των γειτονιών και των αστικών κέντρων. Στον αντίποδα αυτού, η κατασκευή πολύ ψηλών κτιρίων μέσα στον αστικό ιστό, θα υποβαθμίζει διπλά τα παραμελημένα κτίρια λόγω της σύγκρισης με το θηριώδες κτίριο δίπλα τους, αλλά και θα αυξάνει τον κυκλοφοριακό φόρτο και την πίεση για στάθμευση κοντά σε αυτά τα κτίρια, που θα λειτουργούν και σαν πόλος έλξης χρήσεων. Η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για καμία πρακτική παράμετρο του ζητήματος και τον αντίκτυπο και τις επιπτώσεις που θα έχει, εκτός από το να ευνοήσει μεσοπρόθεσμα μόνο τις μεγάλες εταιρίες και τα κέρδη τους.

Στην ίδια κατεύθυνση (της εξυπηρέτησης των κερδών των μεγάλων εταιριών), η κυβέρνηση δεν φροντίζει να δημιουργήσει ελεύθερους χώρους – αστικό πράσινο. Ακόμα και τα ψηλά κτίρια, που υποτίθεται θα έχουν μικρότερη κάλυψη, η επιπλέον ακάλυπτη επιφάνεια παραμένει εντός ιδιοκτησίας, για να γίνει περιφραγμένο πάρκινγκ, οπότε δεν στέκει το επιχείρημα της απόδοσης μέρους της ιδιοκτησίας στο δημόσιο και συνεπώς περισσότεροι κοινόχρηστοι χώροι. Αντίθετα, η αύξηση της δόμησης στα αστικά κέντρα θα οδηγήσει στην επιβάρυνση των ήδη ελλιπών υποδομών όπως των συγκοινωνιακών, δημιουργώντας επιπλέον κυκλοφοριακά προβλήματα, ενώ άλλες απαραίτητες υποδομές όπως το αποχετευτικό δίκτυο θα χρειαστεί να επεκταθούν. Αλλάζοντας τους όρους δόμησης χωρίς να υπάρχει κατάλληλος σχεδιασμός, και αφήνοντας την όποια «ανάπτυξη» στην άναρχη επέμβαση του κεφαλαίου, θα έχει σοβαρές άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην καθημερινότητα των κατοίκων, οδηγώντας σε περαιτέρω υποβάθμιση των υλικών όρων ζωής τους. Πχ επιπλέον ελλείψεις σε άλλες κρατικές υποδομές, όπως σχολεία, βρεφονηπιακούς σταθμούς, δημοτικά γυμναστήρια κτλ.

Η ΑΡΑΓΕΣ στέκεται μαζί με την κοινωνία και τους υπόλοιπους επιστημονικούς φορείς, απέναντι από τις αντιεπιστημονικές και αντικοινωνικές πολιτικές, που προωθεί η κυβέρνηση και κατασκευαστές μέσω του ΝΟΚ.